Η μελέτη με τίτλο «Το επίπεδο και η εξέλιξη των αμοιβών στον Ελληνικό Δημόσιο Τομέα από την κρίση του 2009-10 μέχρι σήμερα» (εκπονήθηκε από τον καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου, Σταύρο Μαυρουδέα, και τον ερευνητή στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, Κώστα Πασσά) αποτυπώνει μια σημαντική μετατόπιση προς τα κάτω των εισοδημάτων των δημοσίων υπαλλήλων και ταυτόχρονα αύξηση των μισθολογικών ανισοτήτων μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών τους.
Πέρα από τις άμεσες μειώσεις μισθών (κατάργηση 13ου – 14ου μισθού, σωρευτική περικοπή 20% διαφόρων επιδομάτων κ.ά.), βασικό εργαλείο για την περικοπή του μισθολογικού κόστους ήταν η θέσπιση του ενιαίου μισθολογίου – βαθμολογίου, επισημαίνει η μελέτη, επικαλούμενη έρευνα του καθηγητή Εργασιακών Σχέσεων, Γ. Κουζή. Μεταξύ άλλων, με τον ν. 4024/2011, οι κατώτεροι μισθοί μειώθηκαν στα 780 (από 850) ευρώ, καταργήθηκαν επιδόματα, «πάγωσε» η μισθολογική εξέλιξη, οι υπάλληλοι επανακατατάχθηκαν σε χαμηλότερα μισθολογικά κλιμάκια και υποβαθμίστηκαν μισθολογικά εργαζόμενοι στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης και νέοι υπάλληλοι. Το αποτέλεσμα ήταν να μειωθούν μισθοί δημοσίων υπαλλήλων κατά 20%-53%, ανά περίπτωση.
Το επίπεδο αμοιβών στον ελληνικό δημόσιο τομέα «είναι από τα χειρότερα ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε. και της ευρωζώνης», τονίζει η μελέτη, παρατηρώντας ότι, ενώ «παραμένουν πάντα καθηλωμένοι» οι μισθοί των Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων, «σε αρκετές άλλες χώρες της Ε.Ε. έχουν ήδη αρχίσει να δίνονται μισθολογικές αυξήσεις στον δημόσιο τομέα». Στην ευρωπαϊκή σύγκριση, η «οικτρή εικόνα» των μισθολογικών συνθηκών στο ελληνικό Δημόσιο «γίνεται εντονότερη». Συγκεκριμένα, ενώ στην Ελλάδα ο μέσος μισθός στο Δημόσιο έχει μειωθεί κατά 25,6% την περίοδο 2008-2020:
■ αυξήθηκε κατά 23,8% στην Ευρωπαϊκή Ενωση των «27»,
■ αυξήθηκε κατά 21,4% στην ευρωζώνη,
εμφάνισε «εντυπωσιακές αυξήσεις» σε χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου, όπως 37,2% στη Γερμανία, 29,8% στην Ολλανδία και 21,8% στη Γαλλία,
■ αυξήθηκε ακόμα και σε χώρες όπου εφαρμόστηκαν περιοριστικά μέτρα, όπως η Κύπρος (6,3%), η Ισπανία (6,3%) και η Πορτογαλία (5,2%).
Περιοριστικές πολιτικές εφαρμόστηκαν και στην Ιρλανδία, όπου καταγράφεται μείωση του μέσου μισθού στο Δημόσιο κατά 6,5%, «που όμως πάλι είναι αισθητά μικρότερη συγκριτικά με την ελληνική απομείωση κατά 25,6%», τονίζεται στη μελέτη.
Ανισότητες
Εκτός από τη μείωση των μισθών, οι μελετητές εντοπίζουν και διεύρυνση ανισοτήτων. Ειδικότερα, στη δεκαετία 2010-2020, υπάλληλοι με μισθό:
Από την άλλη, μεταξύ 2010-2020, ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη του Δημοσίου υπέστησαν μεσοσταθμικές μειώσεις (ύψους 11,2%: από 1.632 ευρώ σε 1.449 ευρώ) μικρότερες συγκριτικά με όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους τους. Οι μειώσεις στους επιστήμονες δημόσιους υπάλληλους (γιατροί, εκπαιδευτικοί κ.λπ.) ανήλθαν σε 15,8% (από 1.366 ευρώ σε 1.150 ευρώ). Οι μειώσεις στους τεχνικούς ανήλθαν σε 13,4% (από 1.265 ευρώ σε 1.096 ευρώ) και στη μεγάλη κατηγορία των υπαλλήλων γραφείου, οι μειώσεις ανήλθαν στο 15,3% (από 1.196 ευρώ σε 1.013 ευρώ).
Αυξάνεται, επίσης, η μισθολογική απόκλιση μεταξύ των δύο φύλων: ο μέσος μισθός για τους άνδρες υπαλλήλους υποχωρεί κατά 14,7% (από 1.326 ευρώ σε 1.131 ευρώ), κατά 15,4% στις γυναίκες (από 1.210 ευρώ σε 1.024 ευρώ).
Στο σημερινό δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον, γενικότερα οι μισθωτοί αναμένουν νέα πλήγματα στο εισόδημά τους. Αν και κατά την περίοδο 2010-2020 οι τιμές αγαθών παρέμεναν σχετικά σταθερές, «αντίθετα, κατά την παρούσα περίοδο η σοβαρή άνοδος του πληθωρισμού θα οδηγήσει σε ανάλογη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, αν δεν υπάρξει αντίστοιχη αύξηση των μισθών», τονίζουν οι μελετητές.
Η μελέτη του Κοινωνικού Πολύκεντρου επισημαίνει ότι ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα παίζει διαχρονικά «στρατηγικό ρόλο στη λειτουργία της οικονομίας» και τονίζει ότι η διπλή (υγειονομική και οικονομική) κρίση του Covid-19 «έκανε ακόμη πιο έντονη την ανάγκη ισχυρού κρατικού οικονομικού παρεμβατισμού». Η πανδημία, εκτός από την ενίσχυση των βασικών οικονομικών πολιτικών, επέβαλε και την υλική μεγέθυνση τουλάχιστον του δημόσιου τομέα υγείας, «καθώς ο ιδιωτικός τομέας υγείας αποδείχθηκε ανίκανος να αντιμετωπίσει την υγειονομική πλευρά της κρίσης», τονίζουν οι μελετητές, συμπληρώνοντας ότι «το γεγονός ότι ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας παραμένει πάντα κατά βάση κρατικοδίαιτος συντείνει σε αυτόν τον σημαντικό ρόλο του δημόσιου τομέα».