Τρεις από αυτές συνθέτουν μια ομάδα μνημείων λόγω του κοινού αρχιτεκτονικού τύπου τους, που είναι χαρακτηριστικός της ναοδομίας στη Βόρεια Ελλάδα.
Οι εν λόγω ναοί είναι οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Άγιος Στέφανος και οι Ταξιάρχες Μητροπόλεως.
Οι Άγιοι Ανάργυροι
Τρίκλιτη βασιλική που ιδρύθηκε στο β’ μισό του 10ου ή στο α’ μισό του 11ου αιώνα, με νάρθηκα, υπερυψωμένο φωταγωγό στο μεσαίο κλίτος και έξοχο κεραμοπλαστικό διάκοσμο.
Στις σωζόμενες τοιχογραφίες του ναού των Αγίων Αναργύρων διακρίνονται δύο στρώματα.
Το πρώτο εξ αυτών, σύγχρονο με την οικοδόμηση της εκκλησίας (περί το 1000), σώζεται αποσπασματικά και περιλαμβάνει μεμονωμένες παραστάσεις, κυρίως στο νάρθηκα.
Το δεύτερο, που χρονολογείται στο 12ο αιώνα, εκτείνεται στις επιφάνειες του κυρίως ναού και αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα του μανιερισμού της υστεροκομνήνειας τέχνης.
Γύρω στο 1170-1180 ο ναός ανακαινίστηκε από τους Θεόδωρο Λημνιώτη και Άννα Ραδηνή, ζεύγος της τοπικής αριστοκρατίας, και κοσμήθηκε με νέα τοιχογράφηση.
Οι εν λόγω κτήτορες με την υψηλή κοινωνική θέση ήταν εκείνοι που αφιέρωσαν το ναό στους Αγίους Αναργύρους, Κοσμά και Δαμιανό.
Ο Άγιος Στέφανος
Τρίκλιτη καμαροσκεπής βασιλική που χρονολογείται στα μέσα ή το αργότερο στα τέλη του 9ου αιώνα, με νάρθηκα, υπερυψωμένο φωταγωγό και πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο.
Στα δυτικά του ναού διαμορφώνεται υπερώο (γυναικωνίτης) με παρεκκλήσι μικρών διαστάσεων (το λεγόμενο «ασκηταριό»), αφιερωμένο στην Αγία Άννα.
Ο χτιστός επισκοπικός θρόνος και το χαμηλό σύνθρονο στην τρίπλευρη κόγχη του Ιερού Βήματος υποδηλώνουν τη χρήση του ναού ως επισκοπικού.
Στα τέλη του 12ου/αρχές του 13ου αιώνα ο ναός του Αγίου Στεφάνου ανακαινίστηκε και διακοσμήθηκε εκ νέου με τοιχογραφίες, που κάλυψαν το φωταγωγό του κεντρικού κλίτους με σεβασμό στην παλαιότερη ιστόρηση.
Ο σωζόμενος τοιχογραφικός διάκοσμος του ναού ανάγεται κατ’ αρχήν σε δύο φάσεις.
Η πρώτη, στο νάρθηκα, με κυρίαρχο θέμα την παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας, χρονολογείται στα τέλη του 9ου/αρχές του 10ου αιώνα.
Η δεύτερη, που καλύπτει το μεγαλύτερο τμήμα του κυρίως ναού και διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση, χρονολογείται στα τέλη του 12ου/αρχές του 13ου αιώνα.
Μεμονωμένες παραστάσεις του 13ου και του 14ου αιώνα σώζονται διάσπαρτες σε διάφορες θέσεις του ναού.
Οι Ταξιάρχες Μητροπόλεως
Τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική του 9ου ή του 10ου αιώνα, με νάρθηκα και κιονοστοιχίες.
(Πηγή: Αρχείο ΙΑΑ – ΥΠΟΠΑΙΘ – ΕΦΑ Καστοριάς)
Το κεντρικό κλίτος του ναού καλύπτεται με ημικυλινδρική καμάρα και φέρει έντονα υπερυψωμένο φωταγωγό.
Κατά τα έτη 1359-1360 ο ναός ανακαινίστηκε και τοιχογραφήθηκε εκ νέου.
Διακρίνονται δύο κύριες περίοδοι ιστόρησης του ναού.
Η πρώτη (αρχές 10ου αιώνα) σώζεται αποσπασματικά, κυρίως στο νάρθηκα.
Η δεύτερη (14ος αιώνας) εντοπίζεται στο Ιερό Βήμα του ναού και στο κεντρικό κλίτος του, το οποίο είναι κατάγραφο με σκηνές από το Δωδεκάορτο, τα Πάθη και ολόσωμους αγίους.
Οι απεικονίσεις ξένων ηγεμόνων της πόλης στις τοιχογραφίες και οι αναφορές τους στις επιγραφές του ναού, μαζί με τις νεκρικές προσωπογραφίες επιφανών Καστοριανών στις εξωτερικές τοιχογραφίες του νότιου τοίχου, αποτελούν τεκμήρια της ιστορικής συνέχειας, αλλά και της συνεχούς κοιμητηριακής χρήσης του χώρου.
Στο ναό των Ταξιαρχών φυλάσσονται τα οστά του ξακουστού μακεδονομάχου Παύλου Μελά (1870-1904).
*Οι φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο παρόν άρθρο προέρχονται από το διαδικτυακό τόπο του Βυζαντινού Μουσείου Καστοριάς (bmk.gr), πλην εκείνης στην οποία αναγράφεται ως πηγή ο διαδικτυακός τόπος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών (ΙΑΑ).